οφιοπώγων

οφιοπώγων
ο
βοτ. γένος φυτών τής ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ophiopogon (< όφις + πώγων)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”